«Ναι» στην αναστολή των δόσεων από 4 στους 10 δανειολήπτες

40 mins read

Στο 40% υπολογίζουν τραπεζικές πηγές το ποσοστό των δανειοληπτών, που – έπειτα από επικοινωνία των αρμόδιων τμημάτων τους – αποδέχτηκαν να αναστείλουν από τρεις έως και έξι μήνες την αποπληρωμή των υποχρεώσεών τους, στο πλαίσιο των μέτρων στήριξης ενάντια στον κορωνοιό.

«Το μεγαλύτερο ποσοστό, μάλιστα, αφορά στις επιχειρήσεις και όχι στα φυσικά πρόσωπα, όπως θα περίμενε κανείς», σχολιάζουν χαρακτηριστικά σε DailyPost.gr και MarketNews.gr., εκτιμώντας πως μία εξήγηση, εάν αυτή η τάση δεν αλλάξει, είναι ότι όσα νοικοκυριά άντεξαν τη 10ετή οικονομική κρίση έχουν αποφασίσει ότι θέλουν να συνεχίσουν την εξυπηρέτηση του δανείου τους.

Σύμφωνα με τις ίδιες, πάντως, στο βαθμό, που επιλέξουν να κάνουν χρήση της επίμαχης περιόδου χάριτος, τότε θα εξαιρεθούν από το νέο κυβερνητικό πρόγραμμα, που θα ξεκινήσει να «τρέχει» από τις αρχές Ιουλίου, προβλέποντας κλιμακωτή επιδότηση της δόσης για έως και 500.000 δανειολήπτες, συμπεριλαμβανομένων και των ενήμερων. «Δεν μπορούν να έχουν και αναστολή και επιδότηση, διότι οι τράπεζες καλούνται να ενημερώσουν το κράτος για το ύψος της δόσης, που πληρώνουν κάθε μήνα», εξηγούν.

Πιο αναλυτικά, παρά το γεγονός ότι παραμένουν ανοιχτά μία σειρά από ζητήματα, όπως η περίμετρος των δικαιούχων ή τα ποσοστά της επιδότησης (οι τελευταίες πληροφορίες κάνουν λόγο για κάλυψη του 90% το γ’ τρίμηνο του 2020, περί το 70% το δ’ τρίμηνο και 50% για τους πρώτους μήνες του 2021) το πρόγραμμα φέρεται να προχωράει κανονικά. «Έστω, λοιπόν, ότι ένα νοικοκυριό, που έχει στεγαστικό δάνειο πρώτης κατοικίας και πλήττεται λόγω της πανδημίας, ζητά και λαμβάνει αναστολή. Εάν ικανοποιεί τα κριτήρια, που θα τεθούν και δικαιούται να ενταχθεί στο πρόγραμμα επιδότησης της δόσης, δεν έχει νόημα να συνεχίσει να λαμβάνει την αναστολή», σχολιάζουν οι παραπάνω πηγές. Υπενθυμίζεται πως, όπως έχουν πολλάκις υπογραμμίσει οι τράπεζες, η περίοδος αναστολής των δόσεων είναι έντοκη, γεγονός, που σημαίνει ότι οι τόκοι, που αναλογούν σε αυτή, θα προστεθούν στο ανεξόφλητο κεφάλαιο της οφειλής. Παράλληλα, η διάρκεια αποπληρωμής του δανείου παραμένει αμετάβλητη. Επομένως, οι δανειολήπτες θα παρατηρήσουν αύξηση στο καταβλητέο ποσό για τις δόσεις, που θα καταβάλλουν μετά τη λήξη της περιόδου αναστολής και μέχρι την εξόφληση του δανείου.

Όσον αφορά στο ζήτημα της επιδότησης, που δεν φαίνεται να λειτούργησε ως δέλεαρ για τους δανειολήπτες στην περίπτωση του (νέου) Νόμου Κατσέλη, οι τράπεζες εμφανίζονται μάλλον καθησυχαστικές. «Τα κριτήρια στο νέο πλαίσιο θα είναι πολύ πιο χαλαρά», εξηγούν και συνεχίζουν: «Παράλληλα, η ηλεκτρονική πλατφόρμα έδινε επιδότηση, στο πλαίσιο μιας διαδικασίας προστασίας της πρώτης κατοικίας. Το πρόγραμμα, που ανακοίνωσε η κυβέρνηση, δεν μιλάει για καμία προστασία. Μολονότι καμία τράπεζα δεν πρόκειται να προχωρήσει τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης κατά ενός δανείου, που είναι κατά μεγάλο μέρος εξασφαλισμένο από το κράτος, αυτό δεν σημαίνει ότι απαγορεύεται. Για τους θεσμούς, ωστόσο, είναι άλλο η πτωχευτική διαδικασία και άλλο τυχόν προγράμματα επιδότησης, που μία κυβέρνηση αποφασίζει να δώσει, στο πλαίσιο μιας κοινωνικής πολιτικής, που έχει πιο μόνιμο χαρακτήρα ή λόγω έκτακτων συνθηκών, όπως εν προκειμένω η πανδημία».

Με βάση τα στοιχεία, πάντως, που κατέθεσε τις προηγούμενες ημέρες στη Βουλή ο υπουργός Οικονομικών, κ. Χρήστος Σταϊκούρας, μέχρι τέλος του περασμένου Μαρτίου υποβλήθηκαν μόλις 3.198 αιτήσεις – από 1.368 στο τέλος του 2019 – όταν οι δυνητικοί δικαιούχοι είναι περίπου 90.000. Από αυτές, 1.528 προτάσεις ρύθμισης έχουν υποβληθεί από τις τράπεζες προς τους δανειολήπτες, από μόλις 402 στο τέλος του2019. Εξ αυτών, λοιπόν,830 έχουν γίνει δεκτές από τους δανειολήπτες, έχοντας διασώσει την κύρια κατοικία τους, από μόλις 124 στο τέλος του 2019. Η μέση αξία κύριας κατοικίας, που προστατεύεται, ανέρχεται στις 80.000 ευρώ, το μέσο ποσοστό κρατικής επιδότησης είναι 37% της μηνιαίας δόσης, ενώ το μέσο ποσοστό διαγραφής οφειλών ανέρχεται στο 21% των δανειακών απαιτήσεων, που ρυθμίστηκαν.

Ποιοι δανειολήπτες είναι πιο επιρρεπείς στην αθέτηση

«Αυτοί, που πλήττονται πολύ και φοβάμαι ότι θα ταλαιπωρηθούν να εξυπηρετήσουν το δάνειό τους είναι όλοι οι μικρομεσαίοι και οι αυτοαπασχολούμενοι, με τους τελευταίους, μάλιστα, να θεωρούνται πότε φυσικά και πότε νομικά πρόσωπα. Είναι μία κατηγορία ‘όλα σε ένα’». Αυτό τόνισε σε DailyPost.gr και MarketNews.gr υψηλόβαθμο στέλεχος μεγάλου συστημικού Ομίλου, κληθείς να εντοπίσει τις κατηγορίες δανειοληπτών, που θα… συνεισφέρουν στην αύξηση κατά 10 δισ. ευρώ των νέων «κόκκινων» δανείων λόγω υγειονομικής κρίσης. «Πρόκειται για τη ‘ραχοκοκαλιά’ και το μαλακό ‘υπογάστριο’ της οικονομίας. Οι περισσότεροι οίκοι, άλλωστε, στηρίζουν τις εκτιμήσεις τους για μεγαλύτερη ύφεση στην Ελλάδα σε σύγκριση με την Ευρωζώνη στην παραδοχή πως η οικονομία μας έχει πολύ μεγάλη εξάρτηση, τόσο από τον τουρισμό, όσο και από τους αυτοαπασχολούμενους και τις πολύ μικρού μεγέθους επιχειρήσεις (έως δύο άτομα)», καταλήγει.

Στον «πάγο» πλειστηριασμοί και μείωση NPEs

Χαμένο θεωρούν οι τράπεζες το 2020 όσον αφορά στα σχέδια για έως και 30.000 πλειστηριασμούς.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις τους, ο χρόνος θα κλείσει με περίπου 5.000, εκ των οποίων σχεδόν οι μισοί είχαν πραγματοποιηθεί το πρώτο δίμηνο του 2020.

Όσον αφορά στα αναθεωρημένα πλάνα μείωσης των «κόκκινων» δανείων, τραπεζικές πηγές σημειώνουν πως προς ώρας δεν έχουν λάβει κάποια ντιρεκτίβα από έξω, εκτιμώντας ως πιο πιθανή ημερομηνία κατάθεσης τα τέλη Σεπτέμβρη. «Με βάση τα προηγούμενα πλάνα, έως το 2023 όλες οι τράπεζες στόχευαν – αρκετά ρεαλιστικά θα έλεγα, ακολουθώντας εκτεταμένα πλάνα πωλήσεων και τιτλοποιήσεων – να έχουν κατεβάσει το NPE ratio από 5% έως και 15%. Αυτός ο σχεδιασμός, λοιπόν, πάει πίσω ένα με δύο χρόνια», εξηγούν και καταλήγουν: «Προφανώς το 2020 θα είναι μία χρονιά, που θα δούμε αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, το α’ εξάμηνο του 2021 θα είναι εξίσου υποτονικό, άρα από το δεύτερο μισό του επόμενου έτους θα ξεκινήσουν πάλι οι τράπεζες να εισέρχονται σε φάση ενεργοποίησης των επιθετικών μέτρων για τη μείωση του προβληματικού χαρτοφυλακίου. Το χρονοδιάγραμμα, λοιπόν, που είχαμε εξαγγείλει, μεταφέρεται το 2024 κατ’ ελάχιστον».     

Facebook Comments