ΑρχικήΜε ΆποψηΣε τεντωμένο σχοινί η διεθνής οικονομία

Σε τεντωμένο σχοινί η διεθνής οικονομία

Οι εξελίξεις σε παγκόσμιο επίπεδο επιφέρουν  δύο  μεγάλες επιπτώσεις και στην ελληνική οικονομία. Μια είναι θετική, η άλλη μάλλον αρνητική.

Η θετική εξέλιξη είναι ότι η πολιτική των χαμηλών επιτοκίων που ακολουθείται από όλες τις κεντρικές τράπεζες της Ευρώπης και της Αμερικής, οδηγεί σε μείωση του κόστους δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου σε πρωτοφανή χαμηλά επίπεδα.

Ποτέ άλλοτε τα δεκαετή ομόλογα της Ελλάδος δεν είχαν τόσο χαμηλό επιτόκιο, κοντά στο 1 %, όσο φέτος. Αυτό για μια χώρα με πολύ ψηλές δανειακές υποχρεώσεις, είναι μοιραίο, και θετικό, να οδηγεί σε μία σημαντική μείωση του κόστους δανεισμού της χώρας, άρα και σε μια ανακούφιση των δημοσιονομικών πιέσεων που δέχεται επί μια δεκαετία τώρα η Ελλάδα.

Η δεύτερη εξέλιξη είναι μάλλον πιο αρνητική για την ελληνική οικονομία, και ακόμα περισσότερο μπορεί να αποδειχθεί αρνητική για την παγκόσμια οικονομία. Αυτή σχετίζεται άμεσα με την επιδημία του κινεζικού κορωνοϊού, η οποία ανεξάρτητα από τις επιπτώσεις στη Δημόσια Υγεία, μπορεί να οδηγήσει σε αλυσιδωτές οικονομικές αρνητικές εξελίξεις. Ήδη η μείωση του εμπορίου και τουρισμού από την Κίνα φέρνει μείωση και στις τιμές των χρηματιστηρίων σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Ας μην ξεχνάμε ότι σήμερα η κινεζική οικονομία εκπροσωπεί το 17% του παγκόσμιου Α.Ε.Π., και κάθε ανατροπή που συμβαίνει στην Κίνα φέρνει ανατροπή σε παγκόσμιο επίπεδο.

Αυτός είναι ένας επιπλέον λόγος για τον οποίον οι όποιες φορολογικές ελαφρύνσεις, που επιδιώκει η κυβέρνηση, πρέπει να γίνουν προσεκτικά για να μην μπατάρει το σκάφος της οικονομίας σε περίπτωση μιάς νέας διεθνούς κρίσης. Κάθε φιλελεύθερος, όπως ο γράφων, θα ήθελε να προχωρούσαμε σε ακόμα μεγαλύτερες φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις και μεγαλύτερες φορολογικές ελαφρύνσεις άμεσα. Αυτό όμως στην παρούσα φάση, με δεδομένες τις τεράστιες δημοσιονομικές δυσκολίες, δεν είναι εφικτό. Ευελπιστώ ότι με τις σταθερές, συστηματικές προσπάθειες, που θα διευρύνουν τις δημοσιονομικές δυνατότητες, αυτό θα καθίσταται ευχερέστερο, προϊόντος του χρόνου.

Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ο πρωθυπουργός κι εμείς οι φιλελεύθεροι στη ΝΔ, είμαστε δογματικοί στην ρεαλιστική μας προσέγγιση της κοινωνικής κι οικονομικής πραγματικότητας. Δεν είμαστε αντίθετοι προς τη διατήρηση αλλά και την ενίσχυση του κράτους προνοίας. Επιδόματα συνεχίζουν να δίνονται. Αλλά επιδόματα προς εκείνους, που πράγματι τα χρειάζονται, όπως είναι οι πολύτεκνοι κι οι ανάπηροι.

Η αντιμετώπιση άλλωστε του δημογραφικού προβλήματος, που σε συνδυασμό με το μεταναστευτικό και το brain drain, είναι μακράν το μεγαλύτερο πρόβλημα, που αντιμετωπίζει η πατρίδα μας, βρίσκεται ψηλά στις προτεραιότητες της κυβέρνησης και του προϋπολογισμού. Έστω κι αν επί του παρόντος, τα μέτρα που λαμβάνονται δεν είναι τόσο τολμηρά και ρηξικέλευθα όσο θα τα θέλαμε.

Εκείνο όμως που είναι βέβαιο είναι ότι η κυβέρνηση της ΝΔ δεν θέλει μια κοινωνία και μια οικονομία αποκλειστικά και μόνον δημοσίων υπαλλήλων, συνταξιούχων, επιδοματούχων, μερισματούχων. Όπως προσπάθησε ο Συριζα στα 5 χρόνια της διακυβέρνησης του να την μετατρέψει. Θέλουμε μια κοινωνία δημιουργίας, ευημερίας και προόδου, όπου τα ταλέντα κι η εφευρετικότητα του κάθε ανθρώπου θα απελευθερώνονται υπέρ του ιδίου, της οικογενείας και της πατρίδας μας. Προς την κατεύθυνση αυτή, ο προϋπολογισμός του 2020 θέτει τις πρώτες βάσεις.

Αυτή την στιγμή, η προοπτική της ανάπτυξης δεν αποσκοπεί αποκλειστικά και μόνον στην ευημερία των πολιτών, όπως συμβαίνει σε όλες τις άλλες δημοκρατικές χώρες της Ευρώπης, που όμως δεν αντιμετωπίζουν μείζονες απειλές κι εξωτερικούς κινδύνους, όπως η Ελλάδα.

Στη χώρα μας εμφανίζεται μια επικίνδυνη ιδιαιτερότητα, που δεν αντιμετωπίζει καμιά μα καμιά άλλη χώρα, μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Ελλάδα γειτονεύει με μια ισχυρή δύναμη, που είναι η Τουρκία κι η οποία όπως πλέον αποδεικνύει με την καθημερινή της στάση ότι δεν την ενδιαφέρει να συνεννοηθεί η και να συνεργασθεί με την Ελλάδα.

Δεν επιδιώκει να διαμορφώσει σχέσεις καλής κι ειλικρινούς γειτονίας με τη χώρα μας. Αντίθετα, κάθε χρόνος που περνά, το καθεστώς της Άγκυρας υπό τον πρόεδρο Ερντογάν, ο οποίος φαίνεται να διακατέχεται από την μεγαλομανία μιάς νεοθωμανικής αυτοκρατορίας, καταδεικνύει ότι επιδιώκει να μετατραπεί σε χωροφύλακα της περιοχής, σε τοπική υπερδύναμη που θα ελέγχει την ευρύτερη περιοχή και θα επιβάλλει  την θέληση της, ακόμα, αν χρειαστεί, και με τη βία, αγνοώντας η και παραβιάζοντας το διεθνές δίκαιο.

Σε αυτή την απειλή η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι αποφασισμένη να διατηρήσει και να προστατεύσει με κάθε θεμιτό τρόπο τα εθνικά δίκαια και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα.