ΑρχικήΕκλογική ΣκακιέραΗ πρόκληση για τον Στέφανο Κασσελάκη

Η πρόκληση για τον Στέφανο Κασσελάκη

✍️ ο Απόστολος Πιστόλας

Όταν ο κύριος Κασσελάκης εμφανίστηκε στο πολιτικό σκηνικό της χώρας, το πρώτο που μπορούσες να παρατηρήσεις, πέραν του ότι έδωσε ελπίδα επαναφοράς στην εξουσία σε ένα απογοητευμένο κοινό, είναι πως παρουσιαζόταν σαν «προϊόν» που μπορούσε να ικανοποιήσει τις ανάγκες διαφορετικών εκλογικών ομάδων.

Πλέον ο Κυριάκος Μητσοτάκης δε θα είχε απέναντί του έναν αντίπαλο που είχε κυβερνήσει και κουβαλούσε όλες τις αμαρτίες του πρώτου εξαμήνου του 2015. Αλλά έναν νέο, μη πολιτικό (άρα εκτός πολιτικού συστήματος, στο οποίο δεν έχουν εμπιστοσύνη οι πολίτες) ο οποίος κινείται εκτός πλαισίου παραδοσιακής αριστεράς και φέρνει αέρα ΗΠΑ. Επίσης, η ΛΌΑΤΚΙ κοινότητα πλέον δεν θα έχει να επιλέξει ανάμεσα σε δυο υποστηρικτές της, αλλά ανάμεσα σε έναν υποστηρικτή και ένα μέλος της. Και όλοι γνωρίζουμε πως το αυθεντικό πάντα κερδίζει το υποκατάστατο.

Είναι επιτυχημένος, όπως ο πρωθυπουργός, γνωρίζει καλά αγγλικά, σε αντίθεση με τον Αλέξη Τσίπρα. Εχει δηλαδή χαρακτηριστικά προσωπικότητας (προσοχή, δεν αναφέρομαι σε πολιτικό περιεχόμενο) τα οποία δυνητικά μπορούν να κοντράρουν αυτά του πρωθυπουργού. Σε δεύτερη φάση, και αφού ένα κομμάτι της εσωκομματικής αντιπολίτευσης έχει απομακρυνθεί, ξεκίνησε να παρουσιάζει πολιτικές θέσεις που κάθε άλλο παρά παραδοσιακά αριστερές είναι. Η επικοινωνιακή του ομάδα έχει κατανοήσει πως παίζεται το παιχνίδι και πως το πλαίσιο και οι τάσεις της εκλογικής αγοράς έχουν αλλάξει. Έτσι λέει ναι στον φράχτη του Έβρου και βγαίνει υπέρ του ΝΑΤΌ, του Ισραήλ και της Δύσης. Ταυτόχρονα μιλά υπέρ της εκκλησίας.

Μπορεί αυτές οι τοποθετήσεις να μην έχουν επαφή με τις θέσεις της παραδοσιακής αριστεράς στη χώρα αλλά τον κύριο Κασσελάκη δεν τον ενδιαφέρει αυτό το φθίνων εκλογικό κομμάτι. Θέλει σε πρώτο χρόνο να μην τρομάζει τους δεξιούς ψηφοφόρους (σε σύγκριση με τον κύριο Μητσοτάκη – όπως έκανε ο κύριος Τσίπρας) ώστε να μην «αναγκάζονται» να συσπειρωθούν στη Νέα Δημοκρατία σε ένα αντί- μέτωπο. Σε αυτό τον βοηθάει και ο πρωθυπουργός που κινείται μακριά από τη συντηρητική βάση του κόμματος του οποίου ηγείται. Σε δεύτερο χρόνο (προφανώς μετά τις ευρωεκλογές) επιθυμεί να έχει εισροές απευθείας από τη Νέα Δημοκρατία. Αυτό σημαίνει εισροές ψήφων κυβερνησιμότητας.

Για να συμβεί αυτό πρέπει να υπάρξουν δύο βασικά δεδομένα.

Πρώτον, να πείσει πως μπορεί να αποτελέσει κυβερνητική εναλλακτική. Να σπάσει δηλαδή το ΤΙΝΑ του Κυριάκου Μητσοτάκη. Για να γίνει αυτό θα πρέπει με κάποιο τρόπο να αποκτήσει πολιτική ουσία, την οποία αυτή τη στιγμή δε διαθέτει. Δεύτερον, θα πρέπει στο διάστημα από τις ευρωεκλογές μέχρι να αποκτήσει την πολιτική ουσία (εάν λάβουμε το θετικό σενάριο για εκείνον πως μπορεί να το κάνει) να μην μπει στο εκλογικό παιχνίδι κάποιος σοβαρός ανταγωνιστής.

Ταυτόχρονα, για να διεισδύσει σε κάποιες από τις εκλογικές ομάδες στόχους χρησιμοποιεί και μια αντισυστημική ρητορική (εδώ ταιριάζει το νέος, εκτός πολιτικού συστήματος) η οποία «κουμπώνει» με τα χαμηλά επίπεδα πολιτικής εμπιστοσύνης και τον υψηλό πολιτικό κυνισμό που παρατηρείται. Όι ευρωεκλογές είναι ένα ορόσημο για εκείνον. Εάν καταφέρει να επιβιώσει στην προεδρία του κόμματος θα έχει μπροστά του τρία χρόνια να βρει πολιτική ουσία (εάν μπορεί) αλλά και να ολοκληρώσει την μετατόπιση του ΣΥΡΙΖΑ προς αυτό που είχε πει εξαρχής: ένα κόμμα στα πρότυπα των Δημοκρατικών των Ηνωμένων Πολιτειών. Το εγχείρημα δύσκολο. Το εάν τα καταφέρει μένει να φανεί.